Η πείνα της Κατοχής είναι ένας ζωντανός εφιάλτης που κυνηγάει όσους την έζησαν αλλά και τις επόμενες γενιές, μέσα από καταγραφές των τότε συνθηκών διαβίωσης.
Τον πρώτο χρόνο της Κατοχής, μεταξύ 1941-1942, ο ελληνικός λαός γδύθηκε βίαια από τους κατακτητές, στερούμενος τρόφιμα, πρώτες ύλες από τα εργοστάσια, μεταφορικά μέσα και καύσιμα, χρήματα.
Οι συνθήκες ήταν τέτοιες, ώστε χιλιάδες άνθρωποι πέθαναν από την πείνα:
- Έκλεισαν πολλά εργοστάσια και μαγαζιά, αφήνοντας ανθρώπους χωρίς δουλειά και έσοδα.
- Τα λεφτά έχασαν την αξία τους γιατί οι κατακτητές τύπωναν δικά τους χρήματα σε μεγάλες ποσότητες και ανάγκαζαν τον ελληνικό λαό να τα δέχεται ως έγκυρα χαρτονομίσματα. Έπειτα, αν ήθελε κάποιος να αποκτήσει ένα αγαθό, έπρεπε να το ανταλλάξει με κάτι άλλο γιατί κανείς δε δεχόταν χρήματα.
- Οι κατεστραμμένοι δρόμοι εμπόδιζαν τη μεταφορά των τροφίμων από τους καλλιεργητές της επαρχίας στις πόλεις. Οι δε κατακτητές είχαν απομονώσει τα αυτοκίνητα και τα καύσιμα για τους εαυτούς τους, οπότε η μετακίνηση του λαού με όχημα ήταν αδύνατη.
- Τα προϊόντα των αγροτών έμεναν στις επαρχίες όχι μόνο λόγω των κατεστραμμένων δρόμων, αλλά και λόγω της καχυποψίας και επιφυλακτικότητας που χαρακτήριζαν τις σχέσεις τους με τους κατακτητές και την κυβέρνηση. Προτιμούσαν λοιπόν ό,τι παρήγαγαν να τα καταναλώνουν οι ίδιοι.
- Τρόφιμα δεν μπορούσαν να έρθουν ούτε από τη θάλασσα λόγω του «θαλάσσιου αποκλεισμού», «νόμου» που επέτρεπε το βομβαρδισμό των πλοίων στη Μεσόγειο και στο Αιγαίο.
- Ειδικά τον πρώτο χρόνο της Κατοχής , λόγω των παραπάνω συνθηκών, άρχισαν να πεθαίνουν πολλοί άνθρωποι από την πείνα. Το χειμώνα του 1941, το κρύο, η φτώχεια, η αδυναμία, είχαν σαν αποτέλεσμα να γεμίζουν οι δρόμοι νεκρούς. Πέθαναν ακόμα τραυματισμένοι και άρρωστοι φαντάροι που δεν είχαν κάποιον να τους φροντίσει στα νοσοκομεία. Ηλικιωμένοι με παθήσεις ταλαιπωρήθηκαν τόσο ώστε γλυκάθηκαν από το θάνατο στο τέλος. Άνεργοι ή χαμηλόμισθοι εργάτες βρήκαν κι αυτοί με τη σειρά τους το θάνατο, στην Αθήνα της Κατοχής.
- Παράλληλα, επειδή όπου υπάρχει ανάγκη, πάντα ζυγώνει η εκμετάλλευση, άρχισαν να εμφανίζονται οι λεγόμενοι «μαυραγορίτες». Αυτοί, σε συνεργασία με τους κατακτητές, έκρυβαν τρόφιμα και αγαθά μέχρι να ανέβει η τιμή τους και τα πουλούσαν πανάκριβα σε δυστυχείς και απελπισμένους. Πολλοί ήταν αυτοί που, καθώς δεν είχαν κάτι άλλο να δώσουν, παραχωρούσαν το σπίτι τους για τρεις τενεκέδες λάδι.
- Η μόνη σωτηρία των Αθηναίων ήταν να φύγουν στην επαρχία με όποιον τρόπο έβρισκαν. Συσσίτια και έρανοι οργανώθηκαν τότε για να βοηθηθούν οι φτωχοί, οι άρρωστοι, τα ορφανά, από οργανισμούς όπως η «Εθνική Αλληλεγγύη» αλλά και ο Διεθνής Ερυθρός Σταυρός που συγκέντρωνε τρόφιμα από ουδέτερες χώρες του εξωτερικού.
Σύμφωνα με δημοσίευμα της Εφημερίδας Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ (25 Aπριλίου 1999):
- 300.000 άνθρωποι πέθαναν από την πείνα την περίοδο της κατοχής
- 60.000 οι ιδιοκτησίες (σπίτια, οικόπεδα, διαμερίσματα) άλλαξαν χέρια στην Αθήνα της Κατοχής
Όλα αυτά αποτελούν μαύρες σελίδες θλίψης και θρήνου για τα βάσανα του ελληνικού λαού. Είναι όμως και διδάγματα, που μας κάνουν να συνειδητοποιήσουμε την έννοια της δυσκολίας, της επιμονής και της δύναμης.
«Πείνα και αθλιότης στους δρόμους και στα σπίτια. Οι άνθρωποι πρήζονται. Πεθαίνουν στους δρόμους. Οι Γερμανοί αφαιρούν το παν. Τα τρόφιμα έχουν φτάσει σε δυσθεώρητα ύψη. Το θέαμα ανθρώπων αναίσθητων από την πείνα στα πεζοδρόμια της Λεωφόρου Πανεπιστημίου είναι κάθε μέρα συχνότερο. […] Στο σταθμό μια γυναίκα πέφτει μπροστά μου σαν κεραυνόπληχτη. Την σηκώνουν, μαζεύεται κόσμος και της δίνει λεφτά. Τι να τα κάνει;»
(Ασημ. Πανσέληνος, Φύλλα Ημερολογίου (1941-1943), Αθήνα, Κέδρος, 1993, σ. 118-119)
Πηγή φωτογραφίας: www.mpetskas.gr