Ένα μεθυστικό ταξίδι από το λικέρ μαστίχας στη Χίο μέχρι το κερκυραϊκό κουμ κουάτ. Γεμάτο γεύσεις και αρώματα που έχουμε συνδέσει με κεράσματα σε λουλουδιασμένες αυλές ή με το κλείσιμο ενός γεύματος πλάι στη θάλασσα, κάτω από πλατάνια ή σε νησιωτικά σοκάκια.
Κέρκυρα, κουμ κουάτ.
Το «χρυσό πορτοκάλι» όπως μεταφράζεται από τα κινέζικα, το κουμ κουάτ, το έφεραν στο νησί οι Βρετανοί τη δεκαετία του ’20 και κατάφερε όχι μόνο να ενσωματωθεί στη γαστρονομική παράδοση της Κέρκυρας αλλά να γίνει έμβλημά της. Το λικέρ του φτιάχνεται από ολόκληρο τον καρπό -άλλωστε το κουμ κουάτ καταναλώνεται μαζί με τη φλούδα, σε αντίθεση με άλλα εσπεριδοειδή- απελευθερώνει αρώματα εσπεριδοειδών και μπαχαρικών και πίνεται, ιδανικά, με παγάκια, σκέτο ή σε κοκτέιλ με χυμούς και άλλα οινοπνευματώδη.
Χίος, μαστίχα.
Το προϊόν αυτό που παράγεται μόνο στη Χίο, από τον μαστιχοφόρο σχίνο ο οποίος απαιτεί πολύ συγκεκριμένες συνθήκες για να ευδοκιμήσει, στηρίζει την τοπική οικονομία εδώ και αιώνες και βρίσκει δεκάδες εφαρμογές όχι μόνο στον τομέα των τροφίμων αλλά και στον φαρμακευτικό, αφού έχει αναγνωρισμένα οφέλη για την υγεία. Το λικέρ μαστίχας σερβίρεται μετά από κάθε γεύμα στα εστιατόρια του νησιού για να βοηθήσει στη χώνεψη και να κανακέψει την ψυχή και το άρωμά του έχει συνδυαστεί αναπόσπαστα όχι μόνο με τα Μαστιχοχώρια αλλά με ολόκληρη τη Χίο.
Νάξος, κίτρο.
Εδώ και αιώνες η καλλιέργεια του κιτρόδεντρου αποτελεί βασικό κομμάτι της τοπικής οικονομίας της Νάξου. Το ομώνυμο λικέρ, που φτιάχνεται από τα φύλλα του δέντρου και όχι τη φλούδα ή τη σάρκα του καρπού, άρχισε να παράγεται το 19ο αιώνα ως κιτρόρακο ενώ το 1928 το νησί έφτασε να κάνει εξαγωγές του. Σήμερα πίνεται ως χωνευτικό ή ως κέρασμα οποιαδήποτε ώρα της ημέρας, κατά προτίμηση παγωμένο, ακόμα και από όσους δεν αγαπούν ιδιαίτερα τα δυνατά οινοπνευματώδη, αφού είναι γλυκόπιοτο και ιδιαίτερα αρωματικό.
Κύθηρα, φατουράδα.
Ένα λικέρ που παραδοσιακά δεν παράγεται με φρούτα, μόνο με τσίπουρο και γλυκά μπαχαρικά όπως κανέλα και γαρίφαλο – αν και στην αγορά θα βρείτε πλέον και νέες εκδοχές του π.χ. με πορτοκάλι και περγαμόντο. Η ονομασία του έχει ρίζες στην εποχή της Ενετοκρατίας στο νησί και στο παρελθόν αποτελούσε γαστρονομικό προνόμιο της κυθηραϊκής αριστοκρατίας.
Πάτρα, τεντούρα.
Το ιδιαίτερα γλυκό αυτό πατρινό λικέρ, γνωστό και ως μοσχοβολήθρα, παρασκευάζεται με διάφορα μπαχαρικά και βότανα όπως κανέλα και γαρίφαλο. Σύμφωνα με μια παράδοση, το έφτιαχναν από πολύ παλιά κάποιοι καλόγεροι και όταν στη διάρκεια μιας μονομαχίας την περίοδο της Φραγκοκρατίας, το 1218, νίκησε ο βαρόνος της Χαλανδρίτσας Κουράνδος, σερβιρίστηκε προς τιμήν του αυτό το ποτό και όλοι ζητωκραύγασαν «tent hurrah» και έτσι το λικέρ απέκτησε τη σημερινή ονομασία του. Μια άλλη εκδοχή λέει ότι το όνομά του προέχεται από τη λέξη teinture, «βαφή», λόγω του σκούρου χρώματός του. Σήμερα η τεντούρα καταναλώνεται ως χωνευτικό αλλά και προστίθεται σε κοκτέιλ, στον καφέ, σε γλυκά και φαγητά.
Πηγή: arttravel.gr