«Όταν ξέρει κανείς ν’ ακούει, μιλάει πάντα καλά».
Μολιέρος
Η γλώσσα μας είναι η έξοδος των σκέψεων και των συναισθημάτων μας. Ακόμη και οι λιγομίλητοι, εκφράζετε άπειρες σκέψεις μέσα από το λόγο σας. Αναρωτηθήκατε ποτέ πόσο εύστοχοι είμαστε σε αυτά που λέμε; Ακόμη παραπέρα, έχετε λύσει την απορία στο ερώτημα «τί μας κάνει πιο έγκυρους στο λόγο μας;». Οι ερωτήσεις αυτές, αποτελούν προκλήσεις για τη συμπεριφορά μας και όχι μόνο.
Η σκέψη προηγείται της ομιλίας, διαφορετικά η ομιλία μας από τύχη θα είναι εύστοχη. Το «να βουτάμε τη γλώσσα μας στο μυαλό μας» πριν μιλήσουμε, είναι από τις βασικές αρχές της ανατροφής μας. Ωστόσο υπάρχουν πολλά πράγματα που συντελούν αποφασιστικά στο να πετάμε το βελάκι στο κέντρο ή κοντά στο κέντρο…Πρώτα από όλα, οφείλουμε να ξέρουμε να εκφράσουμε με τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια αυτό που σκεφτόμαστε και αυτό που νιώθουμε. Η σκέψη μας πρέπει να εκφράζεται με τρόπο που να είναι κατανοητός λες και ήμασταν στη θέση των ανθρώπων που μας ακούνε. Ό,τι φεύγει έξω από εμάς, παύει να είναι μόνο «δικό μας». Αυτό σημαίνει ότι όσο πιο συγκεκριμενη είναι μια κουβέντα, τόσο πιο δύσκολο είναι το να προετοιμάσουμε τις σκέψεις μας ώστε να βγούνε με μια σειρά. Η σειρά αυτή, είναι ανάλογη με το «πώς» κατανοεί καλύτερα ο άνθρωπος που είναι δέκτης των λόγων μας.
Στα πλαίσια μιας κουβέντας, είτε είναι φιλική είτε επαγγελματική, πάντα προσπαθούμε να είμαστε αυθεντικοί. Οι λέξεις που θα ξεστομίσουμε, έχουν την ευθύνη μας. Αυτό σημαίνει ότι ξέρουμε καλά, ή ότι προσπαθούμε να καταλάβουμε τί ζητάει και ο συνομιλητής μας. Αυτό είναι το δεύτερο σημαντικό πράγμα που σου εξασφαλίζει τη μεγαλύτερη δυνατή ευστοχία. Αμέσως μετά, έρχεται το θέμα του διαλόγου. Σκέψου ότι συζητάς για ένα θέμα που υπάρχουν διαφορές και χρειάζεται να βρεθεί μια λύση. Δείξε κατανόηση ότι αυτό που κυνηγάς εσύ, το κυνηγά και ο άλλος. Αν στόχος σου είναι η λύση ενός θέματος, μιλάς για να λυθεί το ζήτημα και όχι για να «κερδίσεις» σα να πηγαίνεις σε μάχη. Τα επιχειρήματα, επικρατούν πάντα έναντι των άτσαλων πρακτικών. Όλα όσα θεωρούνται προϋποθέσεις μιας καλής επικοινωνίας, έχουν στη βάση τους ένα πράγμα. Την αναγνώριση του ανθρώπου που συνδιαλέγεται μαζί μας και ο ουσιαστικός σεβασμός μας προς το πρόσωπό του. Ο σεβασμός –και ίσως συμφωνήσετε- είναι μια πολύ παρεξηγημένη έννοια. Ο σεβασμός για πολλούς, φοράει καλά ρούχα, έχει δεμένη γραβάτα «σφιχτά», έχει ένα αυστηρό ύφος και τυπικό. Ο σεβασμός, μόνο έτσι δεν είναι. Μπορείς να σεβαστείς, χαμογελώντας και μην παρεξηγώντας το κάθετί που σου ακούγεται μακρινό για σένα.
Η ουσία του σεβασμού προς τους άλλους, είναι ο σεβασμός των δικών σου αναγκών και επιθυμιών. Τί μένει λοιπόν για να ενωθεί όλο αυτό το πάζλ; Για να μπορείς να μάθεις τις προθέσεις του άλλου ανθρώπου, για να μπορέσεις να τον σεβαστείς, για να μπορείς να μιλήσεις στη «δική του γλώσσα» και να αναλάβεις την ευθύνη των λόγων σου, πρέπει να τον έχεις…ακούσει. Ο διάλογος διεξάγεται με το στόμα, αλλά η σιωπηρή ουσία του, βρίσκεται στα αφτιά…Αν ακούσεις προσεκτικά τί θέλουν οι άνθρωποι με τους οποίους συζητάς, τότε θα μπορείς να είσαι πιο ουσιαστικός στην επικοινωνία σου μαζί τους. Αυτό μπορεί να γίνει για έναν πολύ απλό λόγο. Κατανοείς από πρώτο χέρι τις ανάγκες, τις επιθυμίες και τις εξηγήσεις του ανθρώπου που ακούς. Τα λόγια σου, προσαρμόζονται σε αυτά που ακούς και όχι σε αυτά που πιθανόν φαντάστηκες ή παρεξήγησες. Η αρχή της οποιασδήποτε απάντησής σου, είναι η ακρόαση. Θέλεις λοιπόν να γίνεις εύστοχος εκφραστής των σκέψεών σου και των συναισθημάτων σου, ακολουθώντας τον ποιοτικό και δύσκολο τρόπο της διαλλακτικότητας; Αν ναι, τότε εκπαίδευσε τα αφτιά σου…
Φωτό από: www.oxcoll.com